Χειμερινή περίοδος 2021-2022, Μέρος Ι: Θερμοκρασία
Η 23η του Μαρτίου 2022 ήταν η τελευταία χειμωνιάτικη ημέρα στη χώρα μας και ταυτόχρονα η τελευταία ημέρα μιας πολυήμερης κακοκαιρίας με καθαρά χειμερινά χαρακτηριστικά (η ανακοίνωση για την κακοκαιρία “Ναυσικά” εδώ). Στη συνέχεια, καθώς το σύστημα εξασθένησε αποχωρώντας προς τ’ανατολικά, η θερμοκρασία ανέβηκε, επιστρέφοντας απλώς σε φυσιολογικές γι αυτήν την περίοδο του έτους τιμές.
Πως ορίζουμε το Χειμώνα;
Υπάρχουν δύο βασικοί τρόποι να προσδιοριστεί η αρχή και η λήξη της χειμερινής περιόδου:
Ο πρώτος είναι ο ημερολογιακός (από 1η Δεκεμβρίου μέχρι 28 ή 29 Φεβρουαρίου), ο οποίος συνήθως χρησιμοποιείται και στην κλιματολογία και ο δεύτερος είναι ο αστρονομικός όπου, θεωρούμε το διάστημα από το χειμερινό ηλιοστάσιο (περίπου 21 Δεκεμβρίου), μέχρι την εαρινή ισημερία (περίπου 21 Μαρτίου).
Στην πραγματικότητα, η διάρκεια της χειμερινής περιόδου διαφέρει από περιοχή σε περιοχή και εξαρτάται πρωτίστως από το γεωγραφικό πλάτος και επιπροσθέτως από τα ιδιαίτερα γεωγραφικά χαρακτηριστικά της που συνδιαμορφώνουν και τον τύπο κλίματος που αυτή ανήκει, ο οποίος αποτελεί μια συνισταμένη της ετήσιας διακύμανσης της θερμοκρασίας, της υγρασίας και των βροχοπτώσεων.
Λαμβάνοντας υπόψιν μόνο την διακύμανση της μέσης θερμοκρασίας στην επιφάνεια καθόλη τη διάρκεια του έτους, παρατηρούμε πως είναι μια διαρκής ταλάντωση γύρω από μια μέγιστη και μια ελάχιστη τιμή. Για παράδειγμα στην εικόνα (1), απεικονίζεται η μέση τιμή 30 ετίας της ημερήσιας θερμοκρασίας για το διάστημα ενός έτους, από 26/3 μέχρι 23/3 της επόμενης χρονιάς (μαύρη γραμμή) καθώς επίσης και πορεία της μέσης ημερήσιας θερμοκρασίας για το αντίστοιχο διάστημα 2021-2022, στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας. Όπως διαπιστώνεται, δεν γίνεται να προσδιοριστεί μια συγκεκριμένη περίοδος όπου η θερμοκρασία σταθεροποιείται σε κάποια ελάχιστη τιμή και συνεπώς τα όρια που τίθενται είναι κάπως αυθαίρετα.

Ωστόσο, η επιφανειακή θερμοκρασία διαμορφώνεται από δύο παράγοντες: Από την κυκλοφορία των ανέμων στην ευρύτερη περιοχή, εάν δηλαδή έχουμε μεταφορά ψυχρότερων ή θερμότερων αερίων μαζών και από την ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας. Ενώ το ελάχιστο της έντασης της ηλιακής ακτινοβολίας εντοπίζεται κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο (21/12), όταν ο ήλιος βρίσκεται στη χαμηλότερη γωνία σε σχέση με τον ορίζοντα (στην Αθήνα είναι περίπου στις 28° στις 12:15 το μεσημέρι), στην εικόνα 1, εκτός των άλλων παρατηρούμε πως το θερμοκρασιακό ελάχιστο εντοπίζεται στην εβδομάδα μεταξύ 5 και 11 Ιανουαρίου, δηλαδή περίπου 15-20 ημέρες μετά το ηλιακό ελάχιστο.
Εάν θέλουμε να “απομονώσουμε” τον παράγοντα της ηλιακής ακτινοβολίας στην διαμόρφωση της θερμοκρασίας κοντά στην επιφάνεια, επιλέγουμε να ανέβουμε λίγο υψηλότερα, στα 1450-1500μ, δηλαδή εκεί που περίπου συναντάμε στην ισοβαρική στάθμη των 850hpa. Κατά τη χειμερινή περίοδο η συγκεκριμένη στάθμη δεν επηρεάζεται ιδιαίτερα από τις ημερήσιες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας στην επιφάνεια (και άρα ούτε άμεσα από την ηλιακή ακτινοβολία), ωστόσο βρίσκεται αρκετά κοντά στο έδαφος ώστε να μπορούμε να ανιχνεύσουμε ψυχρά ή θερμά διαστήματα. Για την περιοχή των Αθηνών, έχει διαπιστωθεί πως κλιματολογικά, υπάρχει ένα παρατεταμένο ελάχιστο, το οποίο εμφανίζει πολύ μικρές διακυμάνσεις και εντοπίζεται το διάστημα από τις 20 Δεκεμβρίου μέχρι περίπου τις 10-15 Μαρτίου, όπου η θερμοκρασία βρίσκεται γύρω από την τιμή των 2°C σε αυτήν την στάθμη. Αυτό με άλλα λόγια σημαίνει πως, κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα θα έχουμε και την μεγαλύτερη συχνότητα επίσκεψης ψυχρών εισβολών στην περιοχή μας και ως εκ τούτου, μια αμιγώς χειμερινή συνοπτική κυκλοφορία.
Έτσι λοιπόν προκυπτει πως ο αστρονομικός ορισμός του Χειμώνα (μεταξύ ηλιοστασίου κα ισημερίας), ανταποκρίνεται ίσως περισσότερο στην πραγματικότητα τουλάχιστον όσον αφορά τη θερμοκρασία.
Θεωρώντας το διάστημα μεταξύ 21 Δεκεμβρίου 2021 και 23 Μαρτίου 2022 ως αρκετά αντιπροσωπευτικό της χειμερινής περιόδου στη χώρα μας, η διαφορά της μέσης θερμοκρασίας σε σχέση με τη μέση θερμοκρασία των τελευταίων 30 ετών, διαμορφώθηκε ως εξής σε διάφορους σταθμούς της χώρας, σύμφωνα με το δίκτυο της ΕΜΥ.
Σταθμός | ΔΤ 21/12/21 – 23/3/22 (°C) |
Τατόι | -1,6 |
Ελευσίνα | -1,5 |
Ρόδος | -1,0 |
Σάμος | -0,8 |
Χανιά | -0,7 |
Ανδραβίδα | -0,6 |
Λάρισα | -0,4 |
Άκτιο | -0,4 |
Λαμία | -0,3 |
Λήμνος | -0,3 |
Αλεξανδρούπολη | -0,3 |
Θεσ/νίκη (Μίκρα) | -0,3 |
Καλαμάτα | -0,3 |
Κέρκυρα | -0,2 |
Εάν οι συγκεκριμένοι σταθμοί θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως αντιπροσωπευτικοί όλων των περιοχών της χώρας, τότε παρατηρούμε πως, στο σύνολο της επικράτειας, οι αποκλίσεις της θερμοκρασίας ήταν αρνητικές, δηλαδή το εξεταζόμενο διάστημα ήταν ψυχρότερο του κανονικού.
Όπως διαπιστώνουμε όμως, η Αττική και το νότιο Αιγαίο εμφάνισαν τις μεγαλύτερες αποκλίσεις (από 0,7 έως 1,6 βαθμούς χαμηλότερες του κανονικού θερμοκρασίες), κάτι που μας οδηγεί στον χαρακτηρισμό του φετινού Χειμώνα ως σημαντικά ψυχρότερου στην ανατολική και νότια χώρα. Αντιθέτως, οι μικρότερες αποκλίσεις εντοπίζονται στα δυτικά, τα κεντρικά και τα βόρεια τμήματα της χώρας όπου εδώ ο Χειμώνας ήταν απλώς ψυχρότερος ή οριακά ψυχρότερος του κανονικού.
Η διαφορά στο εύρος της απόκλισης από τις μέσες τιμές οφείλεται στον τύπο καιρού που επικράτησε στη χώρα μας κατά το προαναφερθέν διάστημα με το σύνολο σχεδόν των κακοκαιριών να πρόκειται για ψυχρές εισβολές με ιδιαίτερη επιμονή σε ανατολικά και νότια τμήματα (περί της ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας του φετινού Χειμώνα και του υετού, θα αναφερθούμε σε επόμενο άρθρο).
Στις επόμενες εικόνες, μπορούμε να δούμε τη διακύμανση της θερμοκρασίας σε διάφορες περιοχές:
Αλεξανδρούπολη

Θεσσαλονίκη / Μίκρα

Κέρκυρα

Τατόι

Καλαμάτα

Χανιά

Ρόδος

Από τα γραφήματα των σχημάτων 2-8, διαπιστώνουμε δύο κύρια διαστήματα κατά τα οποία οι μέσες ημερήσιες θερμοκρασίες κυμάνθηκαν σε επίπεδα χαμηλότερα ή πολύ χαμηλότερα του κλιματικού μέσου όρου: 1. Από 12 έως 31 Ιανουαρίου και 2. Από 28 Φεβρουρίου έως και το τέλος της περιόδου (23/3). Επιπλέον, υπάρχουν σε κάθε περίπτωση δύο επιμέρους διακριτές χρονικές περίοδοι τοπικών ελαχίστων.
Οι συγκεκριμένες αντιστοιχούν σε 4 κύριες κακοκαιρίες/ψυχρές εισβολές που επηρέασαν τη χώρα: “Διομήδης” – “Ελπίδα” – “Φίλιππος” – “Ναυσικά”. Διαπιστώνουμε επίσης πως, η ένταση των ψυχρών εισβολών ήταν σχεδόν ίδια σε όλες τις περιοχές, με εξαίρεση την κακοκαιρία “Διομήδης”, η οποία φαίνεται πως αποτυπώνεται περισσότερο στο Αιγαίο, στη βορειοανατολική χώρα αλλά και στα ανατολικά ηπειρωτικά.
Από την άλλη πλευρά, υπήρξαν 2 κύρια θερμά διαστήματα: 1. Από την αρχή της περιόδου (21-23/12/21) έως 12/1/22 και 2. Για όλο το μήνα Φεβρουάριο με κορύφωσή του το δεκαήμερο 15-25/2/22. Κατά τα συγκεκριμένα διαστήματα, κυριάρχησαν οι ζωνικού τύπου κυκλοφορίες, δηλαδή η τάση για δυτικούς ανέμους σε μέση και ανώτερη τροπόσφαιρα χωρίς τη δημιουργία έντονων αντικυκλώνων στο κεντρικό τμήμα της ηπείρου, γεγονός που συσχετίζεται με ηπιότερο καιρό στην περιοχή μας.
Συμπέρασμα
Εάν θεωρήσουμε τη φετινή Χειμερινή περίοδο ως το διάστημα 21 Δεκεμβρίου 2021 έως 23 Μαρτίου 2022 προκύπτει πως με βάση 14 σταθμούς αναφοράς στην Ελλάδα υπήρξε ψυχρότερο του κλιματικού μέσου όρου κατά 0,2 έως 1,6 βαθμούς. Οι μεγαλύτερες αποκλίσεις παρατηρούνται στην Αττική καθώς και στο νότιο Αιγαίο, ενώ οι μικρότερες στα δυτικά, κεντρικά και βόρεια τμήματα της χώρας. Αυτό αποδίδεται στον τύπο της κυκλοφορίας που επικράτησε στην Ευρώπη, η οποία ήταν μεσημβρινή με την κυριαρχία των ψυχρών εισβολών. Υπήρξαν δύο κύρια διαστήματα με θερμοκρασίες σημαντικά χαμηλότερες του μέσου όρου, τα οποία ήταν από 12 έως 31 Ιανουαρίου και από 28 Φεβρουαρίου έως 23 Μαρτίου εντός των οποίων εντοπίζονται 4 κύριες κακοκαιρίες – ψυχρές εισβολές (Διομήδης, Ελπίδα, Φίλιππος, Ναυσικά). Κατά τα υπόλοιπα διαστήματα, επικράτησαν ζωνικού τύπου ατμοσφαιρική κυκλοφορία, με κανονικές ή υψηλότερες του κανονικού θερμοκρασίες, ιδίως απο τις 21-23/12 έως τις 12 Ιανουαρίου και κατά το δεύτερο μισό του Φεβρουαρίου.
Πηγές δεδομένων: Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Η.Π.Α, τμήμα Κλιματικών Προγνώσεων, μέσω της εφαρμογής: https://www.cpc.ncep.noaa.gov/products/timeseries/